Monday, 29 June 2015

Κρίσιμος ο ρόλος της ενέργειας στην μετάβαση στο νέο καθεστώς

Με την δραματική τροπή που έλαβαν οι πολιτικές εξελίξεις έπειτα από την αιφνιδιαστική απόφαση του πρωθυπουργού την περασμένη Παρασκευή (26/6) το βράδυ για δημοψήφισμα στις 5 Ιουλίου, την υποχρεωτική αργία των τραπεζών και capital controls που θα ακολουθήσουν η χώρα έχει εισέλθει σε επικίνδυνη τροχιά με τελείως απρόβλεπτες εξελίξεις ιδιαίτερα στο μέτωπο της οικονομίας. Όπου ο ενεργειακός τομέας ως γνωστόν αποτελεί βασική συνιστώσα και καθοριστικό παράγοντα για την εύρυθμη λειτουργία του όλου συστήματος.
Εύκολα μπορεί να φαντασθεί κάποιος τις καταστροφικές συνέπειες για τη χώρα από μία ενδεχόμενη αδυναμία προμήθειας πετρελαίου και φυσικού αερίου όπου ως γνωστό η εξάρτηση μας από εισαγωγές είναι σχεδόν 100%.

Προς το παρόν τουλάχιστον και για τις επόμενες 3-4 εβδομάδες δεν υφίσταται θέμα επάρκειας καυσίμων αφού τα διυλιστήρια είναι υποχρεωμένα βάσει οδηγιών της Ε.Ε. αλλά και συμμετοχής τους στο πρόγραμμα ασφάλειας προμήθειας του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας του ΙΕΑ, να κρατούν πετρελαϊκά αποθέματα 90 ημερών τουλάχιστον, ενώ συνήθως αυτά ξεπερνούν τις 100 ημέρες κατανάλωσης. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό σημαίνει ότι τα διυλιστήρια (ΕΛΠΕ, Motoroil) και ορισμένες εταιρείες έχουν ανά πάσα στιγμή διαθέσιμα στους αποθηκευτικούς τους χώρους σχεδόν 3.5 εκατομμύρια τόνους αργού και προϊόντων. Έτσι το ενεργειακό σοκ λόγω της εντεινόμενης οικονομικής αστάθειας, πριν και αμέσως μετά το δημοψήφισμα, και της εξαιρετικά πιθανής μετάβασης σε νέο νόμισμα, δεν προμηνύεται βίαιο αφού εκτιμάται ότι δεν θα υπάρξει έλλειψη καυσίμων, πλην όμως η κατανάλωση θα υποχωρήσει κάθετα με κάθε άνθρωπο, νοικοκυριό και επιχείρηση να μετρούν και να υπολογίζουν με το σταγονόμετρο τις μετακινήσεις τους. Με άλλα λόγια δεν πρόκειται να μείνουμε από βενζίνη, αλλά με την αβεβαιότητα που θα υπάρξει, και την αδυναμία ανάληψης χρημάτων από τις τράπεζες και με το κόστος στην αντλία αναπόφευκτα να αυξάνεται, οι μετακινήσεις θα ελαχιστοποιηθούν και τα διυλιστήρια θα υποχρεωθούν να απορροφήσουν τις όποιες οικονομικές απώλειες, κυρίως λόγω συναλλαγματικών ισοτιμιών (μετά την εισαγωγή στην κυκλοφορία του νέου νομίσματος) και επανααποτίμησης των αποθεμάτων τους. Για αυτό είναι σχεδόν βέβαιο, όπως έχουμε ήδη παρατηρήσει, ότι θα υποχρεωθούν εκ των πραγμάτων να αυξήσουν τα περιθώρια τους, εγγράφοντας παράλληλα και προβλέψεις, προκειμένου να διασφαλίσουν την λειτουργική τους βιωσιμότητα.
Στην περίπτωση δε του φυσικού αερίου τα πράγματα προβλέπονται ότι θα είναι πλέον δύσκολα γιατί ούτε αποθέματα υπάρχουν (και πώς να υπάρξουν αφού όλες οι μέχρι τώρα οι πολιτικές ηγεσίες είχαν κρίνει ότι δεν συνέτρεχαν ουσιαστικοί λόγοι για την δημιουργία τους!) αλλά και οι εισαγωγές με κύριο προμηθευτή τη Ρωσία απαιτούν την άμεση πληρωμή, στο τέλος κάθε μηνός ενώ ως δαμόκλειος σπάθη θα επικρέμαται η ρήτρα take or pay. Για αυτό στις συνθήκες του νέου νομίσματος οι εισαγωγές LNGκαι αερίου μέσω αγωγών προβλέπεται να ελαχιστοποιηθούν με το αέριο να χρησιμοποιείται κυρίως από βιομηχανικούς και εμπορικούς καταναλωτές (δηλ. ξενοδοχεία, νοσοκομεία, μικρές επιχειρήσεις) και με τους καλοκαιρινούς μήνες να βοηθούν αφού δεν θα υπάρχει ανάγκη για θέρμανση. Οι δε περιορισμένες αποθηκευτικές δυνατότητες που διαθέτει το υπάρχον σύστημα αγωγών, συμπεριλαμβανομένου και του τερματικού LNG στη Ρεβυθούσα, αντιστοιχούν σε κατανάλωση 15 το πολύ ημερών σε περίπτωση διακοπής της τροφοδοσίας από Ρωσία και Αζερμπαϊτζάν. Για λόγους αναφοράς σημειώνουμε ότι το 2014, η Ελλάδα κατανάλωσε συνολικά 2.7 BCMs, με 2.2 BCM να προέρχονται από Ρωσία και Αζερμπαϊτζάν και το υπόλοιπο από LNG προέλευσης Αλγερίας. Η δε ηλεκτροπαραγωγή, όπως έχει ήδη πράξει- τόσο η ΔΕΗ όσο και οι ιδιώτες- εκτιμάται ότι θα μειώσει στο απόλυτα ελάχιστο την όποια κατανάλωση φυσικού αερίου. Σήμερα μόνο 9.0% της ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ προέρχεται από το φυσικό αέριο.
Στον ηλεκτρισμό, η αδιάλειπτη παροχή του οποίου αποτελεί συνθήκη sine non qua για την λειτουργία του άκρως τεχνολογικού περιβάλλοντος που έχουμε δημιουργήσει και εντός του οποίου είμεθα υποχρεωμένοι να κινούμεθα, τα πράγματα προμηνύονται πιο εύκολα από πλευράς ασφάλειας ενεργειακής προμήθειας αφού μεγάλο μέρος των αναγκών μας στην ηλεκτροπαραγωγή καλύπτεται από τα εγχώρια κοιτάσματα λιγνίτη στη Βόρεια Ελλάδα (Κοζάνη, Πτολεμαΐδα) τα αποθέματα των οποίων και είναι από τα μεγαλύτερα σε μέγεθος στην Ευρώπη. Με τον εγχώριο λιγνίτη να καλύπτει σήμερα το 34% του ισοζυγίου ηλεκτρισμού, με 4.5 GW εγκατεστημένης ισχύος ενώ έχει δυνατότητα να καλύψει μέχρι και 55% αν χρειαστεί. Ακόμη η χώρα μας διαθέτει σημαντικό δυναμικό ηλεκτροπαραγωγής από υδροηλεκτρικά φράγματα (3. 0 GW) που καλύπτουν σταθερά το 15% της ζήτησης ενώ οι ΑΠΕ συνεισφέρουν και αυτές πλέον αξιόλογες ποσότητες που αντιστοιχούν στο 10% της ηλεκτροπαραγωγής (εγκατεστημένη ισχύς αιολικών και μικρών υδροηλεκτρικών 2.3 GW) και τα φωτοβολταϊκά (3.0 GW) να καλύπτουν αιχμιακά φορτία τους ηλιόλουστους και θερμούς καλοκαιρινούς μήνες. Και ας μην ξεχνάμε τα ηλιακά θερμικά με 3.5 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα συλλέκτες που καλύπτουν σχεδόν πλήρως τις ανάγκες για ζεστό νερό σε 1.5 εκατομμύρια νοικοκυριά, αντιστοιχώντας σε 2.8 GWthεγκατεστημένης ισχύος. Όμως παρά την επάρκεια ηλεκτρικής ισχύος που θα υπάρχει και εδώ η κατανάλωση είναι βέβαιο ότι θα μειωθεί για λόγους οικονομίας.
Βέβαια στο νέο πολιτικο-οικονομικό καθεστώς που θα διαμορφωθεί και όπου θα ισχύουν capital controls διαρκείας, αργά ή γρήγορα θα παρατηρηθούν δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις τόσο στις εισαγωγές καυσίμων και ηλεκτρισμού (σήμερα εισάγουμε από γειτονικές χώρες σχεδόν το 24% της κατανάλωσης κάτι που εκτιμάται ότι θα μειωθεί) αφού θα πρέπει να εξασφαλισθεί σκληρό συνάλλαγμα για τις εισαγωγές (δηλ. δολάρια και ευρώ) πράγμα που μέχρι σήμερα παίρναμε ως δεδομένο μετέχοντας επί ίσοις όροις στη ζώνη του ευρώ. Με την δρομολογηθείσα ήδη εκπαραθύρωση της Ελλάδας από την προνομιακή αυτή ζώνη θα πρέπει να αρχίσουμε πάλι να συνηθίζουμε να ζούμε με συνθήκες προ 2001, όταν για κάθε είδος εισαγωγής έπρεπε να υπάρχει αντίκρυσμα σε ξένο συνάλλαγμα στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Και επειδή ενέργεια και φάρμακα ως είθισται αξιολογούνται, κατά προτεραιότητα ως προς τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, εκτιμούμε ότι θα ισχύσει το παλαιό καθεστώς, εις βάρος ασφαλώς των εισαγωγών διαφόρων άλλων καταναλωτικών ειδών (λ.χ. αυτοκίνητα, ηλεκτρονικά, κινητά τηλέφωνα, καλλυντικά, σολωμοί Σκωτίας, χαβιάρι, άνθη Ολλάνδιας, ρούχα κτλ. κτλ.) που με τόση άνεση και σπατάλη εισάγαμε και χρυσοπληρώναμε όλα αυτά τα χρόνια. Το μόνο παρήγορο από ενεργειακής άποψης στην δύσκολη αυτή μεταβατική περίοδο είναι το γεγονός ότι λόγω καλοκαιριού οι ημέρες είναι μεγάλες (και άρα υπάρχουν μειωμένες ανάγκες φωτισμού), ανάγκες θέρμανσης δεν υπάρχουν ενώ ο καιρός είναι μάλλον δροσερός για αυτή την περίοδο του χρόνου με αποτέλεσμα η χρήση κλιματισμού να είναι μάλλον περιορισμένη.
Συνοπτικά η μετάβαση στο νέο νομισματικό καθεστώς δεν σημαίνει απαραίτητα ελλείψεις σε καύσιμα και ηλεκτρισμό (αφού θα υπάρξει επάρκεια), αλλά θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην κατανάλωση, σε όλο το φάσμα ενεργειακών προϊόντων, η οποία αναμένεται ότι θα μειωθεί περαιτέρω.

http://www.energia.gr/article.asp?art_id=95482