Wednesday 29 April 2015

Προς πυρηνική συμφωνία Ρωσίας-Βιρμανίας;Η Ρωσία προσφάτως συμφώνησε να προμηθεύσει την Μιανμάρ με πυρηνική τεχνολογία. Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που έχει επιχειρηθεί μια τέτοια συμφωνία. Οι προηγούμενες ρωσικές προσπάθειες για την ανάπτυξη πυρηνικών εγκαταστάσεων στη Μιανμάρ, έλαβαν χώρα στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του ’00, αλλά απέτυχαν να γίνουν πράξη. Η τελευταία προσπάθεια έχει μεγαλύτερη δυναμική ωστόσο. Η κυβέρνηση της Βιρμανίας έχει μακροχρόνιο ενδιαφέρον για την πυρηνική ενέργεια, αλλά το πιο σημαντικό, η συνεργασία ευθυγραμμίζεται με την υποτροπιάζουσα ρωσική στρατηγική να επηρεάζει κράτη, προσφέροντας σε αυτά αστική πυρηνική τεχνολογία με σχετικά χαμηλό κόστος. Στη διάρκεια διήμερης επίσκεψης στη Μιανμάρ τον Μάρτιο, ο Nikolay Spassky, ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της ρωσικής εταιρείας εξαγωγής πυρηνικής ενέργειας Rosatom, συναντήθηκε με τον αντιπρόεδρο της Βιρμανίας, Nyan Tun και τον επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, Aung Hlaing. Διμερείς συνομιλίες έλαβαν επίσης χώρα με τον υπουργό Επιστημών και Τεχνολογίας, Dr Ko Ko oo και τον υπουργό Ηλεκτρικής Ενέργειας, U Khin Maung Soe. Η συμφωνία επιβεβαιώθηκε στις αρχές του μήνα από έναν άλλο εκπρόσωπο της Rosatom στο Ιαπωνικό Φόρουμ Ατομικής Βιομηχανίας. Η έκταση της συνεργασίας δεν είναι ακόμη σαφής, αν και το αρχικό επίκεντρο είναι σε γενικές γραμμές στη χρήση της προηγμένης πυρηνικής τεχνολογίας και την εκπαίδευση του προσωπικού. Αυτό θα ήταν επιπλέον της μεγάλης ομάδας των Βιρμανών αξιωματικών που έχουν ήδη σπουδάσει σε ρωσικά πανεπιστήμια για να λάβουν εκπαίδευση σε ζητήματα που σχετίζονται με την πυρηνική φυσική και τον σχεδιασμό πυραύλων. Η βιρμανική στρατιωτική χούντα επεδίωξε και στο παρελθόν πυρηνική τεχνολογία από την Μόσχα. Πριν από 15 χρόνια η Μιανμάρ ζήτησε από τη ρωσική κυβέρνηση να βοηθήσει στην κατασκευή ενός πυρηνικού ερευνητικού κέντρου και ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για την κατασκευή ενός 10-15MW αντιδραστήρα (LWR) για ερευνητικούς σκοπούς. Αυτό αναβλήθηκε ωστόσο το 2002, λόγω των ανησυχιών της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) για την ασφάλεια και τις υποδομές υποστήριξης, και τις ρωσικές αμφιβολίες για την ικανότητα της Μιανμάρ να πληρώσει. Οι συζητήσεις ξεκίνησαν εκ νέου το 2005 και είχαν ως αποτέλεσμα μια συμφωνία για τη Ρωσία, σχετικά με την κατασκευή ενός αντιδραστήρα ερευνών για να εκπαιδευτούν οι επιστήμονες της Βιρμανίας και να παραχθούν ραδιοϊσότοπα για χρήση στη γεωργία και στην ιατρική. Το project απέτυχε και πάλι να καρποφορήσει. Ενώ οι προηγούμενες συμφωνίες έχουν μείνει στάσιμες, αυτή τη φορά υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα για επιτυχία. Από την ρωσική οπτική γωνία, οι πυρηνικές εξαγωγές έχουν γίνει μια σημαντική αγορά σε μια περίοδο που οι άλλες δίοδοι είναι περιορισμένοι εξαιτίας των κυρώσεων. Η μεταβίβαση μιας τέτοιας τεχνολογίας είναι επίσης ένα χρήσιμο γεωπολιτικό εργαλεία, από τη στιγμή που ευνοϊκές συμφωνίες έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν ευρύτερη πολιτική επιρροή, όπως αποτυπώνεται από τις πρόσφατες διμερείς πυρηνικές συμφωνίες με κράτη όπως η Ουγγαρία, η Αργεντινή και το Ιράν. Επιπλέον, εάν αυτά τα παραδείγματα σημαίνουν κάτι, η κυβέρνηση της Βιρμανίας μπορεί να αναμένει πολύ γενναιόδωρους οικονομικούς όρους από τη Μόσχα. Σε μια ευρύτερη γεωστρατηγική έννοια, οι ρωσικές επενδύσεις και τεχνολογία, επίσης αντισταθμίζουν την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας, η οποία έχει χρηματοδοτήσει αναρίθμητα έργα υποδομών στη Μιανμάρ που τώρα δημιουργούν αντιδράσεις στο εσωτερικό. Άλλος ένας θετικός παράγοντας είναι ο αυξημένος εγχώριος εκδημοκρατισμός της Μιανμάρ και η ενασχόλησή της με το διεθνές σύστημα. Υπήρξαν επίσης σημαντικές εξελίξεις αναφορικά με τη ρύθμιση της μη διάδοσης (όπλων μαζικής καταστροφής) και την νομοθεσία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση της Βιρμανίας έχει επικυρώσει τόσο την σύμβαση για τα βιολογικά όπλα όσο και τη σύμβαση για τα χημικά όπλα. Έχει επίσης ανοίξει ένα γραφείο αντιπροσωπίας στη Βιέννη γι να βελτιώσει την εμπλοκή της με τους διεθνείς οργανισμούς που εδρεύουν εκεί. Σε μια συνάντηση στη Yangon τον Δεκέμβριο, ήταν σαφές ότι η δέσμευση για την ενίσχυση της διεθνούς διακυβέρνησης ήταν προτεραιότητα μεταξύ των κυβερνητικών αξιωματούχων. Ενώ η πρόοδος που σημειώθηκε μέχρι τώρα είναι αξιέπαινη, ωστόσο τα κενά συνεχίζουν να υπάρχουν. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η έλλειψη ενός επικαιροποιημένου πρωτοκόλλου μικρών ποσοτήτων (SQP) ή Πρόσθετο Πρωτόκολλο (ΑΡ), τα οποία θα παράσχουν στην ΙΕΑΕ την απαραίτητη πρόσβαση και πληροφορίες για να διευκρινιστεί ότι οι πυρηνικές φιλοδοξίες της Μιανμάρ είναι αποκλειστικά ειρηνικές. Το 2010 ένας αποστάτης με το όνομα Sai Thein Win, παρείχε σειρά εγγράφων που ο ίδιος και άλλοι υποστήριξαν ότι ήταν η βάση μιας μυστικής προσπάθειας απόκτησης πυρηνικών όπλων από τον βιρμανικό στρατό. Οι υποψίες έμειναν ανεπιβεβαίωτες, , αλλά υπήρχαν αξιολογήσεις μιας υποτυπώδους έρευνας για πυρηνικά όπλα. Το Νοέμβριο του 2012, ο πρόεδρος Thein Sein διακήρυξε ότι η χώρα του θα ενίσχυε τη διαφάνεια με την υιοθέτηση μιας ΑΡ, με τη δέσμευση να ανακοινώσει περαιτέρω πληροφορίες, επιτρέποντας παράλληλα στους επιθεωρητές της ΙΑΕΑ μεγαλύτερη πρόσβαση για να επαληθεύσουν πυρηνικές δραστηριότητες. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη. Οι γνωστοί στρατιωτικοί δεσμοί μεταξύ της Μιανμάρ και της Βόρειας Κορέας έχουν επίσης κάνει ελάχιστα για να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στην ηγεσία της Βιρμανίας. Αν και οι δεσμοί φαινομενικά περιορίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’00, απατεώνες αξιωματικοί του στρατού έχουν έκτοτε δεχθεί κυρώσεις για το ότι συνεχίζουν να συνεργάζονται με την Πιονγκγιάνγκ. Οι προηγούμενες διμερείς συμφωνίες έχουν αποδώσει λίγα μέχρι στιγμής, αλλά οι αντίστοιχες συνθήκες υποδηλώνουν ότι η Ρωσία και η Μιανμάρ έχουν τώρα περισσότερα κίνητρα για να προχωρήσουν τα πράγματα προς τα εμπρός. Αν και οι περισσότερες από τις ανησυχητικές καταγγελίες σχετικά με τις παράνομες βιρμανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις που ανέκυψαν το 2010 έχουν τώρα επιλυθεί, πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερα ώστε η κυβέρνηση του Naypyidaw να αποδείξει ότι μπορεί να την εμπιστευθεί κάποιος πλήρως. Ένα σημαντικό βήμα σε αυτή τη διαδικασία είναι να παρασχεθεί στην ΙΑΕΑ η πρόσβαση και οι πληροφορίες που χρειάζονται. Παρά τις επανειλημμένες διακηρύξεις της Μιανμάρ ότι ενδεχόμενο ενδιαφέρον για την πυρηνική τεχνολογία είναι καθαρά ειρηνικού χαρακτήρα, οι ενέργειες που θα επιτρέψουν την επαλήθευση, θα είναι πιο πειστικές από τα λόγια

Η Ρωσία προσφάτως συμφώνησε να προμηθεύσει την Μιανμάρ με πυρηνική τεχνολογία. Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που έχει επιχειρηθεί μια τέτοια συμφωνία. Οι προηγούμενες ρωσικές προσπάθειες για την ανάπτυξη πυρηνικών εγκαταστάσεων στη Μιανμάρ, έλαβαν χώρα στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του ’00, αλλά απέτυχαν να γίνουν πράξη.
Η τελευταία προσπάθεια έχει μεγαλύτερη δυναμική ωστόσο. Η κυβέρνηση της Βιρμανίας έχει μακροχρόνιο ενδιαφέρον για την πυρηνική ενέργεια, αλλά το πιο σημαντικό, η συνεργασία ευθυγραμμίζεται με την υποτροπιάζουσα ρωσική στρατηγική να επηρεάζει κράτη, προσφέροντας σε αυτά αστική πυρηνική τεχνολογία με σχετικά χαμηλό κόστος.
Στη διάρκεια διήμερης επίσκεψης στη Μιανμάρ τον Μάρτιο, ο Nikolay Spassky, ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της ρωσικής εταιρείας εξαγωγής πυρηνικής ενέργειας Rosatom, συναντήθηκε με τον αντιπρόεδρο της Βιρμανίας, Nyan Tun και τον επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, Aung Hlaing. Διμερείς συνομιλίες έλαβαν επίσης χώρα με τον υπουργό Επιστημών και Τεχνολογίας, Dr Ko Ko oo και τον υπουργό Ηλεκτρικής Ενέργειας, U Khin Maung Soe. Η συμφωνία επιβεβαιώθηκε στις αρχές του μήνα από έναν άλλο εκπρόσωπο της Rosatom στο Ιαπωνικό Φόρουμ Ατομικής Βιομηχανίας. Η έκταση της συνεργασίας δεν είναι ακόμη σαφής, αν και το αρχικό επίκεντρο είναι σε γενικές γραμμές στη χρήση της προηγμένης πυρηνικής τεχνολογίας και την εκπαίδευση του προσωπικού. Αυτό θα ήταν επιπλέον της μεγάλης ομάδας των Βιρμανών αξιωματικών που έχουν ήδη σπουδάσει σε ρωσικά πανεπιστήμια για να λάβουν εκπαίδευση σε ζητήματα που σχετίζονται με την πυρηνική φυσική και τον σχεδιασμό πυραύλων.
Η βιρμανική στρατιωτική χούντα επεδίωξε και στο παρελθόν πυρηνική τεχνολογία από την Μόσχα. Πριν από 15 χρόνια η Μιανμάρ ζήτησε από τη ρωσική κυβέρνηση να βοηθήσει στην κατασκευή ενός πυρηνικού ερευνητικού κέντρου και ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για την κατασκευή ενός 10-15MW αντιδραστήρα (LWR) για ερευνητικούς σκοπούς. Αυτό αναβλήθηκε ωστόσο το 2002, λόγω των ανησυχιών της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) για την ασφάλεια και τις υποδομές υποστήριξης, και τις ρωσικές αμφιβολίες για την ικανότητα της Μιανμάρ να πληρώσει. Οι συζητήσεις ξεκίνησαν εκ νέου το 2005 και είχαν ως αποτέλεσμα μια συμφωνία για τη Ρωσία, σχετικά με την κατασκευή ενός αντιδραστήρα ερευνών για να εκπαιδευτούν οι επιστήμονες της Βιρμανίας και να παραχθούν ραδιοϊσότοπα για χρήση στη γεωργία και στην ιατρική. Το project απέτυχε και πάλι να καρποφορήσει.
Ενώ οι προηγούμενες συμφωνίες έχουν μείνει στάσιμες, αυτή τη φορά υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα για επιτυχία. Από την ρωσική οπτική γωνία, οι πυρηνικές εξαγωγές έχουν γίνει μια σημαντική αγορά σε μια περίοδο που οι άλλες δίοδοι είναι περιορισμένοι εξαιτίας των κυρώσεων. Η μεταβίβαση μιας τέτοιας τεχνολογίας είναι επίσης ένα χρήσιμο γεωπολιτικό εργαλεία, από τη στιγμή που ευνοϊκές συμφωνίες έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν ευρύτερη πολιτική επιρροή, όπως αποτυπώνεται από τις πρόσφατες διμερείς πυρηνικές συμφωνίες με κράτη όπως η Ουγγαρία, η Αργεντινή και το Ιράν. Επιπλέον, εάν αυτά τα παραδείγματα σημαίνουν κάτι, η κυβέρνηση της Βιρμανίας μπορεί να αναμένει πολύ γενναιόδωρους οικονομικούς όρους από τη Μόσχα. Σε μια ευρύτερη γεωστρατηγική έννοια, οι ρωσικές επενδύσεις και τεχνολογία, επίσης αντισταθμίζουν την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας, η οποία έχει χρηματοδοτήσει αναρίθμητα έργα υποδομών στη Μιανμάρ  που τώρα δημιουργούν αντιδράσεις στο εσωτερικό.
Άλλος ένας θετικός παράγοντας είναι ο αυξημένος εγχώριος εκδημοκρατισμός της Μιανμάρ και η ενασχόλησή της με το διεθνές σύστημα. Υπήρξαν επίσης σημαντικές εξελίξεις αναφορικά με τη ρύθμιση της μη διάδοσης (όπλων μαζικής καταστροφής) και την νομοθεσία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση της Βιρμανίας έχει επικυρώσει τόσο την σύμβαση για τα βιολογικά όπλα όσο και τη σύμβαση για τα χημικά όπλα. Έχει επίσης ανοίξει ένα γραφείο αντιπροσωπίας στη Βιέννη γι να βελτιώσει την εμπλοκή της με τους διεθνείς οργανισμούς που εδρεύουν εκεί. Σε μια συνάντηση στη Yangon τον Δεκέμβριο, ήταν σαφές ότι η δέσμευση για την ενίσχυση της διεθνούς διακυβέρνησης ήταν προτεραιότητα μεταξύ των κυβερνητικών αξιωματούχων.
Ενώ η πρόοδος που σημειώθηκε μέχρι τώρα είναι αξιέπαινη, ωστόσο τα κενά συνεχίζουν να υπάρχουν. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η έλλειψη ενός επικαιροποιημένου πρωτοκόλλου μικρών ποσοτήτων (SQP) ή Πρόσθετο Πρωτόκολλο (ΑΡ), τα οποία θα παράσχουν στην ΙΕΑΕ την απαραίτητη πρόσβαση και πληροφορίες για να διευκρινιστεί ότι οι πυρηνικές φιλοδοξίες της Μιανμάρ είναι αποκλειστικά ειρηνικές. Το 2010 ένας αποστάτης με το όνομα Sai Thein Win, παρείχε σειρά εγγράφων που ο ίδιος και άλλοι υποστήριξαν ότι ήταν η βάση μιας μυστικής προσπάθειας απόκτησης πυρηνικών όπλων από τον βιρμανικό στρατό. Οι υποψίες έμειναν ανεπιβεβαίωτες, , αλλά υπήρχαν αξιολογήσεις μιας υποτυπώδους έρευνας για πυρηνικά όπλα. Το Νοέμβριο του 2012, ο πρόεδρος Thein Sein διακήρυξε ότι η χώρα του θα ενίσχυε τη διαφάνεια με την υιοθέτηση μιας ΑΡ, με τη δέσμευση να ανακοινώσει περαιτέρω πληροφορίες, επιτρέποντας παράλληλα στους επιθεωρητές της ΙΑΕΑ μεγαλύτερη πρόσβαση για να επαληθεύσουν πυρηνικές δραστηριότητες. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη. Οι γνωστοί στρατιωτικοί δεσμοί μεταξύ της Μιανμάρ και της Βόρειας Κορέας έχουν επίσης κάνει ελάχιστα για να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στην ηγεσία της Βιρμανίας. Αν και οι δεσμοί φαινομενικά περιορίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’00, απατεώνες αξιωματικοί του στρατού έχουν έκτοτε δεχθεί κυρώσεις για το ότι συνεχίζουν να συνεργάζονται με την Πιονγκγιάνγκ.
Οι προηγούμενες διμερείς συμφωνίες έχουν αποδώσει λίγα μέχρι στιγμής, αλλά οι αντίστοιχες συνθήκες υποδηλώνουν ότι η Ρωσία και η Μιανμάρ έχουν τώρα περισσότερα κίνητρα για να προχωρήσουν τα πράγματα προς τα εμπρός. Αν και οι περισσότερες από τις ανησυχητικές καταγγελίες σχετικά με τις παράνομες βιρμανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις που ανέκυψαν το 2010 έχουν τώρα επιλυθεί, πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερα ώστε η κυβέρνηση του Naypyidaw να αποδείξει ότι μπορεί να την εμπιστευθεί κάποιος πλήρως. Ένα σημαντικό βήμα σε αυτή τη διαδικασία είναι να παρασχεθεί στην ΙΑΕΑ η πρόσβαση και οι πληροφορίες που χρειάζονται. Παρά τις επανειλημμένες διακηρύξεις της Μιανμάρ ότι ενδεχόμενο ενδιαφέρον για την πυρηνική τεχνολογία είναι καθαρά ειρηνικού χαρακτήρα, οι ενέργειες που θα επιτρέψουν την επαλήθευση, θα είναι πιο πειστικές από τα λόγια.

* του Matthew Cottee

http://energypress.gr/news/pros-pyriniki-symfonia-rosias-virmanias

No comments: